ΝΕΚΤΑΡΙΝΙΑ

2013-01-11 13:10

ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΗ ΓΕΥΣΤΙΚΗ ΕΠΙΛΟΓΗ

Τα ροδάκινα είναι πλούσια σε φυτικές ίνες, περιέχουν ικανοποιητικές ποσότητες σε κάλιο, προβιταμίνη Α, σχετικά λίγες θερμίδες και έχουν υψηλό δείκτη κορεσμού, είναι δηλαδή ιδανικά για «κολατσιό» ανάμεσα στα γεύματα της ημέρας. Διεγείρουν τη δραστηριότητα των νεφρών, του εντέρου και βοηθούν τη διαδικασία της πέψης. Ενδεικτικά, ένα ροδάκινο μεσαίου μεγέθους μάς δίνει 50 kcal, το 10% δηλαδή της ημερήσιας ανάγκης σε βιταμίνη C και το 50% της ημερήσιας ανάγκης σε προβιταμίνη Α (τα κιτρινόσαρκα).

Eνα ροδάκινο δεν είναι ποτέ απλώς ένα ροδάκινο. Κρύβει πολύ μεράκι, κόπο, μυστικά και δυσκολίες. Απαιτεί δουλευταράδες αγρότες που αγαπούν την καλλιέργειά του και δεν την κάνουν μόνο για τις επιδοτήσεις, που άλλωστε… δεν έχει. Πρόκειται για ένα πανέμορφο δέντρο, με κόκκινες πινελιές να το στολίζουν: τους καρπούς του, αυτά τα δροσερά και χυμώδη φρούτα, που κατέχουν διεθνώς μεγάλο μερίδιο στις προτιμήσεις των καταναλωτών και συνηθίζουμε να τα λέμε και γιαρμάδες. Ομως, δυστυχώς, γιαρμάς... δεν υπάρχει πια. Ηταν μια ποικιλία (από τις αμέτρητες) πολύ ευαίσθητη, που έπαψε να καλλιεργείται, πραγματικό όμως γλύκισμα. Γι' αυτό ίσως, έχοντας ακόμα ζωντανές τις παιδικές μας αναμνήσεις, αποκαλούμε ακόμα γιαρμάδες τα ροδάκινα τα πιο γλυκά και ζουμερά.

Μεγάλη παραγωγή

Με καταγωγή από την Κίνα, πέρασε αρχικά στην Περσία από όπου εξαπλώθηκε σε όλη την υφήλιο. Η ροδακινιά (με χνουδωτό καρπό) και η φυσική μεταλλαγή της, η μηλοροδακινιά ή αλλιώς νεκταρινιά (καρπός χωρίς χνούδι) - διαφέρουν μεταξύ τους μόνο σε ένα γονίδιο.

Η ροδακινιά έκανε την εμφάνισή της στον ελλαδικό χώρο τον 3ο π.Χ. αιώνα π.Χ. χάρη στον Μέγα Αλέξανδρο που την έφερε από την Περσία. Αυτό που άλλαξε την «τύχη» της, όμως, την τελευταία τεσσαρακονταετία, ήταν η εισαγωγή νέων ποικιλιών. Σήμερα, στη χώρα μας καλλιεργούνται περισσότερα από 400.000 στρέμματα ροδάκινα και 50.000 στρέμματα νεκταρίνια. Το 95% της εγχώριας παραγωγής είναι επικεντρωμένο στη Μακεδονία (Ημαθία, Πέλλα, Κοζάνη κ.α.), ενώ αξιόλογες εκτάσεις υπάρχουν στο Νομό Λαρίσης. Περίπου 1.500 στρέμματα καλλιεργούνται με βιολογικές μεθόδους παραγωγής και 90.000 στρέμματα με μεθόδους ολοκληρωμένης διαχείρισης. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του χωριού Βελβεντό Κοζάνης που έχει μπει στην ολοκληρω- μένη διαχείριση και η παραγωγή του είναι από τις πιο φημισμένες της Ευρώπης. Η εγχώρια ετήσια παραγωγή ανέρχεται γύρω στους 800.000 - 900.000 τόνους, από τα οποία το 1/3 είναι επιτραπέζια και τα 2/3 για παραγωγή κομπόστας.

Η δε παραγωγή νεκταρινιών, που καλλιεργείται εντατικά από τη δεκαετία του '80, κυμαίνεται στους 100.000 τόνους ετησίως. Στην Ευρώπη, τα πρωτεία στην παραγωγή κατέχει η Ιταλία, με την Ισπανία και την Ελλάδα να ακολουθούν. Η χώρα μας είναι πρώτη στην αγορά ροδάκινου κομπόστας και πέμπτη σε εξαγωγές επιτραπέζιου ροδάκινου. Μεγάλη παραγωγή έχουν επίσης η Κίνα, οι ΗΠΑ, η Τουρκία, το Ιράν και η Χιλή.

Απαιτητική καλλιέργεια

Η ροδακινιά είναι οπωροφόρο δέντρο, με ροζ άνθη που βγαίνουν την άνοιξη, πριν ακόμα κάνουν την εμφάνισή τους τα πρώτα φύλλα. Εχει ύψος 6 - 7 μ., ενώ η «κόμη» της πλησιάζει σε πλάτος τα 5 - 6. Σε παραγωγή μπαίνει από το 2ο ώς το 4ο έτος και ζει περίπου 25 έτη, αν και στις εντατικές καλλιέργειες τα δέντρα αντικαθίστανται με νέα κάθε 10 - 15 χρόνια. Το χειμερινό ψύχος είναι αναγκαίο για τη διακοπή του λήθαργου των οφθαλμών της, ενώ η έλλειψή του προκαλεί την πτώση των ανθοφόρων οφθαλμών και τη μείωση της παραγωγής. Εχει διαπιστωθεί πως η καλύτερη ποιότητα καρπών επιτυγχάνεται σε περιοχές με αρκετά ζεστό καλοκαίρι και χαμηλή σχετικά υγρασία. Το φυτό ευδοκιμεί σε βαθιά και κυρίως αμμοπηλώδη εδάφη που είναι φτωχά σε ασβέστη και έχουν καλή αποστράγγιση. Η καλλιέργεια της ροδακινιάς είναι ιδιαίτερα απαιτητική σε νερό. Απαιτεί αυστηρότερο κλάδεμα και έχει πιο αυξημένες ανάγκες σε βασικά θρεπτικά στοιχεία και ιχνοστοιχεία. Σήμερα στην αγορά κυκλοφορούν αρκετά βιολογικά σκευάσματα που μπορούν να καλύψουν τις ανάγκες τόσο του επαγγελματία όσο και του ερασιτέχνη παραγωγού, δίχως να απαιτείται η ταυτόχρονη χρήση χημικών σκευασμάτων.

Από τους γιαρμάδες στα Ρεντ Χέιβεν

Οι ποικιλίες της ροδακινιάς είναι πλέον αναρίθμητες. Αν και καθημερινά δημιουργούνται ολοένα και περισσότερες, αυτό που τις διαχωρίζει είναι η εμπορική τους χρήση (επιτραπέζιες ή κονσερβοποιήσιμες) και το χρώμα της σάρκας τους (κιτρινόσαρκες ή λευκόσαρκες). Στη χώρα μας καλλιεργούνται σχεδόν αποκλειστικά κιτρινόσαρκες ποικιλίες - εξαίρεση η υπερπρώιμη ποικιλία Σπρινγκ-Τάιμ (Springtime). Ανάλογα με την εποχή ωρίμασής τους, έχουμε τις υπερπρώιμες (τέλος Μαΐου με αρχές Ιουνίου), τις πρώιμες (μέσα Ιουνίου με αρχές Ιουλίου), τις μεσοπρώιμες (Ιούλιος), της κανονικής ωρίμασης (τέλος Ιουλίου με αρχές Αυγούστου) και τις όψιμες (Αύγουστος και μετά).

Δυστυχώς, αρκετές από τις παλιές επιτραπέζιες ποικιλίες (λεμονάτα, μαγιάτικα, μαστοί της Αφροδίτης, γιαρμάδες, σχιζάτα κίτρινα, κ.λπ.) δεν καλλιεργούνται πια για διάφορους λόγους και έχουν εκλείψει από την αγορά. Οι πιο γνωστές ποικιλίες επιτραπέζιων ροδάκινων που βρίσκουμε στην ελληνική αγορά είναι τα: Redhaven (επιδερμίδα κόκκινη, σάρκα κίτρινη), J.H. Hale, Favette, Elberta (επιδερμίδα και σάρκα κίτρινη), Springest (επιδερμίδα κίτρινη, σάρκα λευκή), June Gold (επιδερμίδα κιτρινοκόκκινη, σάρκα κίτρινη). Επίσης, κυκλοφορούν τα Springtime και Sun Crest (επιδερμίδα έντονο κίτρινο, ενίοτε με αποχρώσεις πράσινες και έντονο κόκκινο επίχρωμα), καθώς και τα May Crest (επιδερμίδα κίτρινη, κόκκινο επίχρωμα και κιτρινοκόκκινη σάρκα).

Τι να προσέχετε

Η καλλιέργεια της ροδακινιάς θεωρείται αρκετά δύσκολη (γίνονται ανάλογες φυτοπροστατευτικές επεμβάσεις), γι' αυτό είναι προτιμότερο να αγοράζουμε βιολογικά ή ολοκληρωμένης διαχείρισης. Λόγω του ότι τα ροδάκινα είναι από τα πλέον ευπαθή φρούτα (ωριμάζουν και μετά την κοπή τους από το δέντρο), γι' αυτό καλό είναι, όταν τα αγοράζουμε, να προσέχουμε να μην είναι άγουρα ή υπεργινωμένα. Θα πρέπει να έχουν εμφανή τα χαρακτηριστικά χρώματα της κάθε ποικιλίας, να είναι ελαφρώς σκληρά, να διατηρούν τα αρώματά τους, να μην έχουν σημάδια στη σάρκα και να μην είναι ανοιχτά. Σε θερμοκρασία περιβάλλοντος ωριμάζουν συνήθως εντός τριών έως τεσσάρων ημερών, ενώ στο ψυγείο διατηρούνται έως μία εβδομάδα.

 

ΠΗΓΗ  www.kathimerini.gr